κίρρωση

κίρρωση
Προοδευτική αναπαραγωγή του συνδετικού ιστού ενός οργάνου, η οποία τις περισσότερες φορές οφείλεται σε χρόνια φλεγμονή. Ο όρος κ. χρησιμοποιείται συχνότερα για την κ. του ήπατος, χρόνια πάθηση κατά την οποία το ήπαρ χάνει τη φυσιολογική λοβιώδη αρχιτεκτονική του, εξαιτίας της ευρείας καταστροφής κυττάρων του ήπατος, κατά την οποία λωρίδες συνδετικού επουλωτικού ιστού διασπούν τη δομή του ήπατος και το σκληραίνουν. Παρατηρείται οζώδης αναγέννηση των παρεγχυματωδών κυττάρων, τα οποία διαχωρίζονται από ινώδη διαφράγματα και από αγγειακές διαταραχές. Οι δομικές ανωμαλίες επηρεάζουν τις λειτουργίες του ήπατος και επιφέρουν τον θάνατο. Η συνηθέστερη μορφή κ. του ήπατος είναι εκείνη που περιέγραψαν οι Μοργκάνι-Λαενέ, η οποία στην πλειονότητα των περιπτώσεων εμφανίζεται σε άτομα που πάσχουν από αλκοολισμό (κυρίως από κατανάλωση κρασιού), αλλά και σε άτομα των οποίων η διατροφή είναι φτωχή σε λευκώματα και βιταμίνες. Μπορεί επίσης να είναι η τελευταία εξέλιξη κάθε ηπατοπάθειας που μεταπίπτει σε χρόνια μορφή, συχνότερα της ηπατίτιδας Β, ή να οφείλεται σε χρόνια καρδιοπάθεια. Η κ. του ήπατος είναι σχετικά συχνή ασθένεια και παρουσιάζεται κυρίως σε άνδρες ηλικίας 40 έως 60 ετών. Αρχίζει με συμπτώματα κυρίως από το πεπτικό σύστημα (ανορεξία, μετεωρισμό, αίσθημα βάρους μετά το γεύμα, εναλλαγές διάρροιας με δυσκοιλιότητα). Την περίοδο αυτή διαδέχεται περίοδος που χαρακτηρίζεται από ασκίτη, δηλαδή συλλογή υγρού στην κοιλότητα της κοιλιάς. Παρατηρείται ίκτερος, αδυναμία, απώλεια βάρους, ψυχολογικές διαταραχές κ.ά. Η υπέρταση που δημιουργείται στο σύστημα της πυλαίας φλέβας μπορεί να προκαλέσει γαστρεντερική αιμορραγία. Το ηπατοκυτταρικό καρκίνωμα μπορεί να αναπτυχθεί σε έδαφος κ. Η γενική κατάσταση του πάσχοντος επιδεινώνεται προοδευτικά και γρήγορα ωσότου καταλήγει σε ηπατικό κώμα και θάνατο. Η θεραπεία αρχίζει με πλήρη στέρηση του οινοπνεύματος και διατροφή πλούσια σε πρωτεΐνες, καθώς και με ηπατοπροστατευτικά φάρμακα. Αν γίνει έγκαιρα η διάγνωση και εφαρμοστεί σωστή διαιτητική και φαρμακευτική αγωγή, η πρόγνωση είναι καλή.
* * *
η
ιατρ. διάχυτη νόσος τού ήπατος.

Dictionary of Greek. 2013.

Игры ⚽ Поможем написать реферат

Look at other dictionaries:

  • κίρρωση — η πάθηση του συκωτιού και άλλων εσωτερικών οργάνων, κατά την οποία το χρώμα τους γίνεται κιτρινωπό: Πάσχει από κίρρωση του ήπατος …   Νέο ερμηνευτικό λεξικό της νεοελληνικής γλώσσας (Новый толковании словарь современного греческого)

  • ηπατίτιδα — Φλεγμονή του ήπατος. Μπορεί να οφείλεται σε ιούς, σε φάρμακα (συμπεριλαμβανομένου και του αλκοόλ) και σε δηλητήρια. Διακρίνονται διάφοροι τύποι η. ανάλογα με τον αιτιολογικό παράγοντα: η.Α (παλαιότερα γνωστή ως λοιμώδης). Προκαλείται από τον ιό… …   Dictionary of Greek

  • μέτρηση — (Ιατρ.). Ποσοτική ανίχνευση διαφόρων μεγεθών στον ανθρώπινο οργανισμό. Ενδεικτικά αναφέρονται οι εξής: 1)μ. της αγωγιμότητας των νεύρων. Πρόκειται για μέθοδο μ. της ταχύτητας, με την οποία μεταδίδονται οι ηλεκτρικές ώσεις κατά μήκος ενός νεύρου.… …   Dictionary of Greek

  • Μέδουσα — Νηκτική μορφή των κνιδοζώων, η οποία είναι προσαρμοσμένη για πλαγκτονική διαβίωση. Οι μ. αντιπροσωπεύουν, γενικά, τα ελεύθερα στάδια του κύκλου ζωής των υδροζώων και των σκυφοζώων, ο οποίος περιλαμβάνει εναλλαγή γενεών και διμορφισμό (μεταγένεση) …   Dictionary of Greek

  • ήπαρ — Με την ονομασία αυτή αναφέρεται συνήθως στα ιατρικά συγγράμματα το συκώτι, όργανο που βρίσκεται στον δεξιό υποδιαφραγματικό χώρο μεταξύ του διαφράγματος και του εγκάρσιου κόλου· εντοπίζεται στο ανώτερο τμήμα του επιγαστρίου, μπροστά στο πάνω… …   Dictionary of Greek

  • αλκοολισμός — Δηλητηρίαση από οινοπνευματώδη που παρουσιάζεται με δύο μορφές: οξεία (μέθη) και χρόνια. Στην οξεία μορφή, ανάλογα με την ποσότητα του αλκοόλ που έχει καταναλωθεί και την κατάσταση του ατόμου (βαθμός πλήρωσης του στομάχου, ατομική νευρική… …   Dictionary of Greek

  • ασκίτης — Συγκέντρωση ορώδους υγρού στην κοιλιακή κοιλότητα. Ο α. παρουσιάζεται σε ηπατικές αρρώστιες (κίρρωση του ήπατος, ηπατική σύφιλη, θρόμβωση της πυλαίας φλέβας), καθώς και όταν διαταράσσεται η κυκλοφορία του αίματος εξαιτίας παθήσεων της καρδιάς ή… …   Dictionary of Greek

  • ηπάτωμα — Ο πιο συχνός τύπος καρκινικού όγκου του ήπατος. Προέρχεται από το παρέγχυμα του οργάνου και συνήθως παρουσιάζεται σε ανθρώπους που έχουν ηπατίτιδα ή κίρρωση του ήπατος. * * * το όγκος ηπατικών κυττάρων. [ΕΤΥΜΟΛ. Αντιδάνεια λ., πρβλ. αγγλ.… …   Dictionary of Greek

  • κιρρωτικός — ή, ό αυτός που ανήκει ή αναφέρεται στην κίρρωση ή εκείνος που πάσχει από τη νόσο αυτή …   Dictionary of Greek

  • λιποατροφικός — ή, ό φρ. «λιποατροφικός διαβήτης» ιατρ. άγνωστης αιτιολογίας σύνδρομο σακχαρώδους διαβήτη ανθεκτικού στην ινσουλίνη με γενική ατροφία τού υποδόριου λίπους και με τάση για ηπατική κίρρωση, αλλ. σύνδρομο Λώρενς. [ΕΤΥΜΟΛ. Αντιδάνεια λ., πρβλ. αγγλ.… …   Dictionary of Greek

Share the article and excerpts

Direct link
Do a right-click on the link above
and select “Copy Link”